Greek Vocabulary
Click on letter: GT-Google Translate; GD-Google Define; H-Collins; L-Longman; M-Macmillan; O-Oxford; © or C-Cambridge

GT GD C H L M O
a

GT GD C H L M O
age /eɪdʒ/ = NOUN: ηλικία, εποχή; VERB: γηράσκω, γερνώ, παλαιώνω; USER: ηλικία, εποχή, ηλικίας, την ηλικία, ετών

GT GD C H L M O
and /ænd/ = CONJUNCTION: και; USER: και, και την, και να, και της, και των, και των

GT GD C H L M O
be /biː/ = USER: be-, be, είναι, υπάρχω, γίνομαι; USER: είναι, να, να είναι, ήταν, θα, θα

GT GD C H L M O
birthday /ˈbɜːθ.deɪ/ = NOUN: γενέθλια; USER: γενέθλια, γενεθλίων, Ημερομηνία γέννησης, γενέθλιά, τα γενέθλιά

GT GD C H L M O
celebrate /ˈsel.ɪ.breɪt/ = VERB: γιορτάζω, πανηγυρίζω, εορτάζω, δοξολογώ, εξυμνώ; USER: γιορτάσουμε, γιορτάσουν, γιορτάζουν, γιορτάζουμε, γιορτάσει

GT GD C H L M O
day /deɪ/ = NOUN: ημέρα, μέρα; USER: ημέρα, μέρα, την ημέρα, ημέρας, ημερών, ημερών

GT GD C H L M O
don /dɒn/ = NOUN: υφηγητής, κύριος; USER: don, Δεν, Δον, Ντον, φορά, φορά

GT GD C H L M O
for /fɔːr/ = PREPOSITION: για, επί, υπέρ, περί, διά, χάριν, εις, ένεκα; CONJUNCTION: διότι; USER: για, για την, για το, για τη, για τις, για τις

GT GD C H L M O
got /ɡɒt/ = VERB: παίρνω, αποκτώ, λαμβάνω, πηγαίνω, κερδίζω, γίνομαι, φθάνω, προμηθεύομαι, επιτυγχάνω, συμμαζεύω; USER: πήρε, έχεις, πήρα, πήρε το, πήραν

GT GD C H L M O
happy /ˈhæp.i/ = ADJECTIVE: ευτυχής, ευτυχισμένος; USER: ευτυχισμένος, ευτυχής, ευτυχισμένη, χαρούμενος, ευτυχισμένο, ευτυχισμένο

GT GD C H L M O
hip /hɪp/ = NOUN: ισχίο, γόφος; USER: ισχίο, Hip, ισχίου, Γοφοί, χοπ

GT GD C H L M O
hold /həʊld/ = NOUN: αμπάρι, κύτος, κράτηση, πιάσιμο; VERB: κρατώ, κατέχω, συγκρατώ, διατηρώ, βαστάζω, πιάνω; USER: κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, κατέχει

GT GD C H L M O
hooray /hʊˈreɪ/ = INTERJECTION: Ζήτω!, Ουρά!; USER: ζήτω, Ζήτω το, hooray, ουάου, ουρά

GT GD C H L M O
horses /hɔːs/ = NOUN: άλογο, ίππος; USER: άλογα, αλόγων, τα άλογα, ίππων, ίππους

GT GD C H L M O
is /ɪz/ = USER: είναι, είναι η, αποτελεί, έχει, βρίσκεται, βρίσκεται

GT GD C H L M O
laugh /lɑːf/ = NOUN: γέλιο; VERB: γελώ; USER: γέλιο, γελώ, γελάσει, γελούν, γελάσω

GT GD C H L M O
many /ˈmen.i/ = ADJECTIVE: πολοί; USER: πολλά, πολλές, πολλοί, πολλούς, πολλών, πολλών

GT GD C H L M O
more /mɔːr/ = ADVERB: περισσότερο, πλέον, ακόμη, πιό, παραπάνω, μάλλον, κι άλλο; ADJECTIVE: περισσότερος, πιότερος; USER: περισσότερο, ακόμη, πλέον, περισσότερα, πιο

GT GD C H L M O
not /nɒt/ = ADVERB: δεν, όχι, μη; USER: δεν, όχι, μη, μην, δεν είναι, δεν είναι

GT GD C H L M O
now /naʊ/ = ADVERB: τώρα, λοιπόν, όμως, τώρα λοιπόν; USER: τώρα, επιχειρηση, την επιχειρηση, πλέον, με την επιχειρηση, με την επιχειρηση

GT GD C H L M O
of /əv/ = PREPOSITION: του, από; USER: από, του, της, των, των

GT GD C H L M O
one /wʌn/ = PRONOUN: ένας, κάποιος, εις; USER: ένας, κάποιος, ένα, μία, μια, μια

GT GD C H L M O
promise /ˈprɒm.ɪs/ = NOUN: υπόσχεση; VERB: υπόσχομαι, τάζω; USER: υπόσχεση, υπόσχεσή, υπόσχονται, την υπόσχεση, υπόσχεσης

GT GD C H L M O
returns /rɪˈtɜːn/ = NOUN: απόδοση, αποτέλεσμα; VERB: επιστρέφω; USER: Επιστροφές, επιστρέφει, αποδόσεις, δηλώσεις, αποδόσεων

GT GD C H L M O
shy /ʃaɪ/ = ADJECTIVE: ντροπαλός, συνεσταλμένος, άτολμος, ακοινώνητος, δειλός, ελλιπής; NOUN: βολή, ρίψιμο; VERB: πτοούμαι, ρίπτω; USER: ντροπαλός, αποφεύγουν, διστάζει, διστάσει, αποφεύγουμε

GT GD C H L M O
so /səʊ/ = ADVERB: έτσι, λοιπόν, ούτω; CONJUNCTION: ώστε, επομένως, όθεν; USER: έτσι, ώστε, τόσο, έτσι ώστε, έτσι ώστε

GT GD C H L M O
stand /stænd/ = NOUN: στάση, εξέδρα, βάθρο, σταμάτημα, παράπηγμα, στάντζα; VERB: στέκομαι, αντέχω, στέκω, ίσταμαι, υπομένω, κείμαι; USER: στάση, σταθεί, ξεχωρίζουν, ηρεμία, να σταθεί

GT GD C H L M O
t /tiː/ = USER: t, τ, Μ, τόνο, ί

GT GD C H L M O
tell /tel/ = VERB: λέγω, διηγούμαι, ιστορώ, αριθμώ; USER: πείτε, πει, πω, ενημερώστε, λένε

GT GD C H L M O
the /ðiː/ = ARTICLE: ο; USER: ο, η, το, την, της

GT GD C H L M O
this /ðɪs/ = PRONOUN: αυτό, τούτος, ούτος; USER: αυτό, αυτή, Αυτό το, αυτή η, Η παρούσα, Η παρούσα

GT GD C H L M O
time /taɪm/ = NOUN: φορά, ώρα, χρόνος, εποχή, καιρός; VERB: κανονίζω τον καιρό, μετρώ τον καιρό, συγχρονίζω; USER: χρόνος, ώρα, φορά, καιρός, εποχή, εποχή

GT GD C H L M O
to /tuː/ = USER: to-, to, για, προς, μέχρι, εις; USER: να, για, προς, μέχρι, σε, σε

GT GD C H L M O
up /ʌp/ = PREPOSITION: επάνω, πάνω; ADVERB: άνω; ADJECTIVE: όρθιος; VERB: εγείρομαι, υψώνω; USER: επάνω, πάνω, άνω, μέχρι, έως, έως

GT GD C H L M O
us /ʌs/ = PRONOUN: μας, εμάς; USER: μας, εμάς, μαζί μας, us, μας να, μας να

GT GD C H L M O
ve /-v/ = USER: ve, κο, πάει εκεί, νβ, νβ

GT GD C H L M O
we /wiː/ = PRONOUN: εμείς; USER: εμείς, θα, που, έχουμε, μπορούμε, μπορούμε

GT GD C H L M O
you /juː/ = PRONOUN: εσείς, εσύ, σείς, σύ; USER: εσείς, εσύ, σας, μπορείτε, που, που

GT GD C H L M O
your /jɔːr/ = PRONOUN: váš, svůj, tvůj; USER: σας, σου, σας για, το, το

40 words